Τετάρτη 7 Απριλίου 2010

'Aγιος Γεώργιος ο τροπαιοφόρος

Ο Βίος του

Ο ένδοξος μεγαλομάρτυς του Χριστού Γεώργιος καταγόταν από την Καππαδοκία της Μικράς Ασίας και έζησε κατά τους χρόνους του αυτοκράτορα Διοκλητιανού, ο οποίος βασίλευσε από το 284 μέχρι το 305 μ.Χ. Είχε το προνόμιο ο Άγιος να γεννηθεί από γονείς όχι μόνο αριστοκράτες και επιφανείς κατά κόσμο, αλλά και πολύ ευσεβείς και βαθιά πιστούς χριστιανούς. Γι’ αυτό και ευτύχησε να διδαχθεί «από βρέφους τα ιερά γράμματα». Έτσι έπεσε μέσα στη ψυχή του, σαν άλλη «αγαθή γη» ο σπόρος της αρετής και της σωτηρίας , ο οποίος και απέδωσε καρπό «εκατόν-ταπλασίονα».

Σε πολύ νεαρή ηλικία ο Άγιος κατατάχθηκε στις τάξεις του ρωμαϊκού στρατού, στη λεγεώνα των «Ανίκητων»,και ανήλθε πολύ νωρίς στα ανώτατα αξιώματα της στρατιωτικής ιεραρχίας, αφού έγινε διοικητής της λεγεώνας, δηλαδή στρατιωτικού σώματος αποτελούμενου από έξι έως επτά χιλιάδες στρατιώτες. Αναδείχθηκε ένας από τους καλύτερους αξιωματικούς του ρωμαϊκού στρατού, δυνατός και ανδρείος, διακρινόμενος για τον αδαμάντινο χαρακτήρα και τη φωτεινή και ελκυστική προσωπικότητα του.

Παρά το γεγονός ότι ο Γεώργιος, μέσα στις τάξεις του στρατού, περιστοιχιζόταν από ανθρώπους με ειδωλολατρικές συνήθειες, δεν επηρεάστηκε καθόλου απ’ αυτούς. Έμενε άκαμπτος και ανυποχώρητος στις χριστιανικές αρχές και στη σεμνή ζωή. Πραγματικά άγιος στην καθημερινή του ζωή, αγωνιζόταν τον «καλόν αγώνα», ευφραινόταν με τον λόγο του Θεού και τρεφόταν με το «ουράνιο μάννα». Υλικά αγαθά και πλούτη τον άφηναν ασυγκίνητο. Γι’ αυτό και όλα τα χρήματα και τα πλούτη, που κληρονόμησε από τους πολύ εύπορους γονείς του, τα μοίρασε με πολύ αγάπη στους φτωχούς.

Έφτασε όμως και η στιγμή να λάμψει και η αξία του Γεωργίου ως «καλού στρατιώτου Ιησού Χριστού», μέσα στον αδυσώπητο πόλεμο που κήρυξε κατά του χριστιανισμού ο ειδωλομανής Διοκλητιανός. Τότε, το παλικάρι του Χριστού δεν υπολόγισε αξιώματα και πλούτη, ούτε το κάλλος και τη νεότητα του, ούτε τη φρίκη των επαπειλούμενων βασανιστηρίων. Προχώρησε με ρωμαλέο το φρόνημα και ομολόγησε με παρρησία την πίστη του στο Χριστό. Κατ’ εντολή τουΔιοκλητιανού υπέστη τα φρικτότερα των βασανιστηρίων. Τον μαστίγωσαν επανειλημμένα, τοποθέτησαν πάνω στο στήθος του μια βαριά πλάκα για να πεθάνει από ασφυξία, έδεσαν το σώμα του σε μεγάλο τροχό και γυρίζοντάς το ξεσχιζόταν από τα κοφτερά μαχαίρια που υπήρχαν στο έδαφος, τον άφησαν για τρεις μέρες σε λάκκο με ασβέστη, του φόρεσαν σιδερένια πυρακτωμένα παπούτσια και τον ανάγκασαν να τρέξει, και πολλά άλλα. Τελικά ο Διοκλητιανός διατάσσει να τον αποκεφαλίσουν, για να εισέλθει έτσι ο Άγιος μας αιώνια στην αγκαλιά του Κυρίου του που τον αγάπησε μέχρι θανάτου.

Το μαρτύριο, σύμφωνα με την παράδοση, το υπέστη στη Διόσπολη (Λύδδα) της Παλαιστίνης. Η πόλη αυτή έγινε το κέντρο της τιμής προς το Μάρτυρα, γιατί εκεί αρχικά φυλασσόταν το τίμιο λείψανο του και γιατί εκεί ανοικοδομήθηκε πολύ νωρίς ιερός Ναός έπ’ ονόματι του.

Η καρτερία τού μάρτυρα, το αδούλωτο φρόνημα, η εμμονή στην πίστη του, καθώς και τα θαύματα που επιτέλεσε ο Θεός κατά τη διάρκεια των βασανιστηρίων του, προκάλεσαν την έκπληξη σε πολλούς ειδωλολάτρες, οι οποίοι και προσήλθαν στον Χριστό. Ακόμα και αυτή η σύζυγος του Διοκλητιανού, η αυτοκράτειρα Αλεξάνδρα, με τρεις θεραπαινίδες της πίστευσε στο Χριστό και ομολόγησε με παρρησία την πίστη της.

Τοιουτοτρόπως ο ένδοξος μεγαλομάρτυς και τροπαιοφόρος Γεώργιος, με την ζωή του, την αρετή του, τη βαθύτατη πίστη του στο Χρίστο, την αρτιότητα και σταθερότητα του χαρακτήρα του, την καρτερική υπομονή του στα μαρτύρια και, τελικά, τη θυσία της ζωής του για το Χριστό, αποτελεί για όλους μας, και ιδιαίτερα για τους νέους, αληθινό οδοδείκτη και άξιο πρότυπο προς μίμηση. Γιατί σήμερα καλούμαστε να «μαρτυρήσουμε», ζώντας αληθινά το Ευαγγέλιο στην καθημερινή μας ζωή, χωρίς συμβιβασμούς, βαδίζοντας με πίστη κι ελπίδα την «τεθλιμμένην του βίου οδόν» και προσδοκώντας την ουράνια ασάλευτη Βασιλεία. Αμήν.

ΠΑΣΧΑΛΙΟΣ ΠΟΙΜΑΝΤΟΡΙΚΗ ΕΓΚΥΚΛΙΟΣ 2010

Ο ΜΗΤΡΟΠΟΛΙΤΗΣ ΠΕΙΡΑΙΩΣ ΔΡΑΠΕΤΣΩΝΑΣ & ΑΓΙΟΥ ΙΩΑΝΝΟΥ ΡΕΝΤΗ

Σ Ε Ρ Α Φ Ε Ι Μ

ΠΡΟΣ ΤΟΝ ΙΕΡΟ ΚΛΗΡΟ ΚΑΙ ΤΟΝ ΕΥΣΕΒΗ ΛΑΟ

ΤΗΣ ΜΗΤΡΟΠΟΛΙΤΙΚΗΣ ΠΕΡΙΦΕΡΕΙΑΣ ΑΥΤΟΥ

῾Η ῾Ιστορία δέν γνωρίζει κανένα ἄλλο λαό πού νά ἔχει ζήσει τόσο συνειδητά καί σύγκορμα τά Πάθη καί τήν ᾿Ανάσταση τοῦ Κυρίου μας. Κανένα ἄλλο Γένος δέν συντονίστηκε τόσο ὁλοκληρωμένα, ὄχι στό περιθώριο τῆς ἐλεύθερης καί εἰρηνικῆς ζωῆς -ὅταν τέτοια βιώματα μένουν στήν ἐπιφάνεια καί ἐξαντλοῦνται σέ συναισθηματισμούς καί φημολογίες- ἀλλά στίς σκληρές, τίς ἀδυσώπητες ὧρες του, τίς ὧρες ὅπου ἡ ῾Ιστορία σέ κοιτᾶ κατάματα, πρόσωπο μέ πρόσωπο, μέ τήν πορεία πρός τόν Γολγοθά πού οὐσιαστικά δέν τερματίζεται( περνᾶ ἀπό τόν Κῆπο τῆς ᾿Αναστάσεως καί τραβᾶ γιά τήν ἔνδοξη ᾿Ανάληψη, γιά τήν οὐράνια Βασιλεία.

Τά Πάθη, καί ἡ ᾿Ανάσταση τοῦ Κυρίου στάθηκαν οἱ μυστικοί παιδαγωγοί μας, μᾶς μεταποίησαν καί μᾶς διαμόρφωσαν μιά φυσιογνωμία καινούρια, γεμάτη ἀπό οὐράνια στοιχεῖα, μιά φυσιογνωμία ὡραϊσμένη ἀπό τό φῶς τῆς ᾿Αρετῆς.

Ὡς τήν ὥρα τῆς ᾿Αναστάσεως, ἡ κοινή Πατρότητα τῶν ἀνθρώπων πού ἀποκάλυψε ὁ Χριστός δέν εἶχε ἐπισφραγιστεῖ, δέν εἶχε βεβαιωθεῖ. Αὐτή τήν βεβαίωση μᾶς παρέχει ἡ θριαμβευτική νίκη καί ἡ καταπάτηση τοῦ θανάτου γιατί ἔτσι ἡ πορεία τοῦ ἀνθρώπου μέσα στόν κόσμο ἀποκαλύπτεται ὁλοκληρωμένη : ξεκινᾶ ἀπό τόν Θεό, ἀθλεῖ μέσα στόν κόσμο γιά τήν ἀγάπη τοῦ Θεοῦ καί ξαναγυρίζει σ᾿ Αὐτόν, περνώντας ἀπό τήν ἔνδοξη πύλη τῆς αἰωνιότητας, πού τοῦ ἄνοιξε μέ τήν ᾿Ανάστασή του ὁ Χριστός.

῾Η ᾿Ανάσταση, λοιπόν, δέν εἶναι μονάχα ἡ τελειωτική ἧττα τοῦ θανάτου, ἀλλά καί ἡ ὁλοκλήρωση, ἡ ἐξισορρόπηση τῆς ἀνθρώπινης ὑπάρξεως. ᾿Εκείνη ἡ ὁμαδική καταδίκη πού ἐπέβαλε ἡ ἀμαρτία, ἡ πτώση, ἐκεῖνος ὁ στεναγμός τῆς ἀπελπισίας πού σκορποῦσε ὁ θάνατος στούς ἀνθρώπους καί τούς ἀπομάκρυνε, καί τούς ἔχτιζε μέσα σέ μοναξιά θλιβερή γιατί δέ δροῦσε στή ζωή καμία δύναμη ἱκανή νά τούς προσεγγίσει, νά διαρρήξει τίς καρδιές, ὅλα αὐτά, μέ τήν ᾿Ανάσταση, ἀνατράπηκαν. Θεμελιώθηκε ἀπό τότε μιά νέα σχέση ἀνάμεσα στούς ἀνθρώπους, σχέση στολισμένη μέ δάκρυα χαρᾶς, ἑδραιώθηκε ἕνα νέο, ὀξύτατο αἴσθημα προσωπικῆς εὐθύνης γιατί, μέ τήν ᾿Ανάσταση, ὁ ῎Ανθρωπος, ἀπό θνητός καί φθαρτός ἀποκαλύφθηκε αἰφνιδίως ἀθάνατος, τέκνο τῆς αἰωνιότητας.

Αὐτή ἡ νέα διάσταση μέ τήν ὁποία προίκισε τήν ὕπαρξή μας ὁ ᾿Αναστημένος Κύριος, ἡ διάσταση τῆς αἰωνιότητας, μᾶς ἔκαμε νά ξαναπλησιάσουμε ὁ ἕνας τόν ἄλλον κι ἀποκάλυψε κάτω ἀπό τά χώματα τοῦ σώματος τή ζωογόνα παρουσία τῆς αἰώνιας ψυχῆς. Σ᾿ ἐκεῖνο τόν ἀνοιξιάτικο κῆπο τῆς ῾Ιερουσαλήμ ξαναγεννήθηκε ὁ κόσμος καί οἱ ἄνθρωποι, νιώθοντας διαρρηγμένο τό σιδερένιο δίχτυ τῆς μοναξιᾶς τους, ξαναγαπήθηκαν ἐν ὀνόματι τοῦ ᾿Αναστημένου Θεοῦ. ῎Ετσι, στή συμβίωσή τους δόθηκε ἕνα ἄλλο νόημα καί οἱ ψυχές πῆραν τόν ρυθμό μιᾶς πλατειᾶς ἀνάσας.

᾿Από τότε κι ὕστερα, ἡ μεγάλη δύναμη τῆς ᾿Αναστάσεως δρᾶ κοινωνικά κατά τρόπο θαυμαστό. ᾿Από τή βεβαιότητα πού χάρισε αὐτή στήν ἀνθρωπότητα, ἄνοιξαν καί ξεχείλισαν οἱ πηγές τῆς θυσίας καί τοῦ ἐλέους. Μέ τήν ᾿Ανάσταση ξαναβρῆκε ὁ ἄνθρωπος τό ἀληθινό ἠθικό του ἀνάστημα κι ἔγινε γενναιόφρων. Γιατί ἡ ᾿Ανάσταση πλημμύρισε τήν ὕπαξη μέ ἕναν ἄλλο, ἀβάσταχτο πλοῦτο, πλοῦτο ἀγάπης καί μέ μιά ἀπέραντη χαρά, σύστοιχη μέ τήν ἀπεραντοσύνη τῆς αἰωνιότητος πού τοῦ ἀποκαλύφθηκε.

Τό μεγάλο κι ἀπύθμενο σκότος πού ἔχασκε μπροστά στήν συνείδηση τῶν ἀνθρώπων - σκότος πού ἐκεῖνοι προσπάθησαν νά κλείσουν, νά γεφυρώσουν, νά ξορκίσουν μέ τήν φιλοσοφία καί τήν τραγική ποίηση - τό σκότος αὐτό τό βαρύ τοῦ θανάτου, διαπερνᾶται ἀπό τήν θριαμβευτική λάμψη τῆς ᾿Αναστάσεως καί διαλύεται, κι ἀποσύρεται γιά νά χυθεῖ μέσα στά στήθη τῶν ἀνθρώπων νέο, ἀναστάσιμο φῶς. ῾Ο θάνατος ὡς τώρα μίκραινε τόν ἄνθρωπο, μίκραινε καί τήν ζωή. ῾Η ᾿Ανάσταση, ἀποσύροντας τήν βαρειά πέτρα τοῦ θανάτου, ξανάδωσε στόν ἄνθρωπο τό ἀληθινό του ἀνάστημα καί τόν ἔκαμε ἱκανό ὄχι γιά λύπηση, ἀλλά γιά ἀγάπη, γι᾿ ᾿Αδελφοσύνη. Χωρίς τήν ᾿Ανάσταση «ματαία ἡ πίστις ἡμῶν» λέγει ὁ ᾿Απόστολος Παῦλος. ᾿Αλλά πάλι, χωρίς τήν ᾿Ανάσταση εἶναι μάταιη ὁλόκληρη ἡ ζωή καί ὁ ἀγώνας τοῦ ἀνθρώπου γιά νά ξεφύγει ἀπό τόν κλοιό τῆς μοναξιᾶς, γιά ν᾿ ἀποτινάξει τόν ζυγό τοῦ σκότους, τοῦ θανάτου.

Σ᾿ αὐτό τό ἀναστάσιμο φῶς, περισσότερο ἀπό τόν γνόφο τῶν Παθῶν, βρῆκαμε τήν αὐθεντικότητά μας. Γιατί ὁ τόπος μας δέν συνήθισε νά τρέφει τελώνια καί τέρατα, ἀλλά πλάσματα πού τά συνέλαβε καί τά ὁλοκλήρωσε ἡ φωτοδοτική δύναμη τοῦ πνεύματος. Γι᾿ αὐτό καί ἡ θλίψη, τό πένθος τῆς ῾Εβδομάδας τῶν Παθῶν, δέν ἔχει τίποτε τό σπαραχτικό, τό ἀμετάκλητο. Μιά βαθειά πνευματική οἰκείωση μέ τήν ῾Υμνογραφία καί τήν ῾Αγιογραφία τῆς ᾿Εκκλησίας μας ἀποκαλύπτει ἕνα θαυμαστό γεγονός, τό γεγονός πώς μέσα στό πένθος συντηρεῖται μιά κρυφή ἀλλά ἐπίμονη ἐλπίδα καί μιά ἀνυπόταχτη προσδοκία γιά τό ἀναμενόμενο φῶς. Πενθοῦμε καί δακρύζουμε ἀλλά χωρίς ἀπελπισία. Βέβαιοι πιά γιά τήν χαρά πού μᾶς ἀναμένει στό τέλος τῆς ὀδύνης.

Αὐτή ἡ ἀναμονή τῆς χαρᾶς τῆς ᾿Αναστάσεως ἔχει σφραγίσει τήν φυσιογνωμία τοῦ Γένους μας, χαρά σοβαρή, στιβαρή, γεμάτη ἀπό τήν ἀρετή, ἀπό τό θαυμαστό σκίρτημα τῆς ᾿Αδελφοσύνης, πού στήριξε ἀνάμεσά μας ὁ ᾿Αναστημένος Χριστός κι ἕχει θεμέλιο αἰώνιο, ἱερό. Καί καθώς ζοῦμε τά σκληρά αὐτά χρόνια, μέ τά μάτια στραμένα πρός τά ἔ σ ω, πρός τήν ψυχή, ἀνακάλυπτουμε ἐκεῖ, μέσα μας, τήν συντηρημένη ἀπό τήν ᾿Ανάσταση ἐλπίδα. Καί παλεύουμε συμπαγεῖς, ἑνωμένοι ἀπό τό θαυμαστό πνεῦμα τῆς χριστιανικῆς ἀδελφοσύνης, μέ ταπεινωμένο ἴσως τό παληό, ἀρχαῖο, ἀριστοκρατικό μας φρόνημα, ἀλλά μέ ἄγρυπνο τό πνεῦμα τῆς ἀνθρώπινης ἀρχοντιᾶς πού εἶναι ἡ ᾿Ελευθερία. ῾Η ἧττα τοῦ θανάτου, ἡ ᾿Αδελφοσύνη καί ἡ ᾿Ελευθερία εἶναι ὁ κύκλος ὅπου κινεῖται πιά φυσιολογικά καί μόνιμα τό πνεῦμα τοῦ Γένους μας καί γι᾿ αὐτό τό Πάσχα εἶναι μιά γιορτή ὄχι μονάχα ᾿Εκκλησιαστική ἀλλά καί τῆς φυλῆς μας.

Στό θρίαμβο τῆς ᾿Αναστάσεως βρήκαμε μιάν, ἐξ οὐρανοῦ πιά, βεβαίωση τῆς δικῆς μας ἀντοχῆς, τῆς διάρκειάς μας, κι αὐτό τό ἦθος ἐκφράζει ἡ ἀληθινή μας Τέχνη. ῾Η ᾿Αρετή, ὁ καημός τῶν ῾Ελλήνων, μέσα στό φῶς τῆς ᾿Αναστάσιμης ἀδελφοσύνης παίρνει τό χρῖσμα τῆς αἰώνιας ἀξίας, ἡ ᾿Ελευθερία μας γίνεται νίκη κατά τοῦ θανάτου καί ἡ ᾿Αδελφοσύνη μας, μιά ἀδελφοσύνη μέ ἀχτίνα παγκόσμια γίνεται μιά βαθειά, ζεστή, φωτεινή κοινωνία τῆς ᾿Αγάπης, τοῦ Οὐρανοῦ.

Χριστός ᾿Ανέστη !

᾿Αληθῶς ᾿Ανέστη !

Ανάστασιν Χριστού θεασάμενοι...

Χριστός Ανέστη παιδιά
Χρόνια Πολλά με υγειά και χαρά και με την ευλογία του Αναστημένου Χριστού μας.
σας παραθέτω την Αναστάσιμη Προσευχή

Ανάστασιν Χριστού θεασάμενοι, προσκυνήσομεν Άγιον, Κύριον, Ιησούν τον μόνον αναμάρτητον. Τον Σταυρόν Σου Χριστέ προσκυνούμεν και την Αγίαν σου Ανάστασην υμνούμεν και δοξάζωμεν Συ γαρ ει ο Θεός ημών, εκτός Σου άλλον ουκ οίδαμεν, το όνομά Σου ονομάζομεν. Δεύτε, πάντες οι πιστοί, προσκυνήσωμεν την του Χριστού Αγίαν Ανάστασην. Ιδού γαρ ήλθε δια του Σταυρού χαρά εν όλω τω κόσμω. Δια παντός ευλογούντες τον Κύριον, υμνούμεν την Ανάστασην Αυτού. Σταυρόν γαρ υπομείνας δι' ημάς, θανάτω, θάνατον ώλεσεν.

Αναστάς ο Ιησούς από του τάφου καθώς προείπεν, Έδωκεν ημίν την αιώνιον ζωήν και το μέγα έλεος.